Ο πόλεμος του 1897 ήταν καταστροφικός για την Ελλάδα, που με τόσο κόπο και θυσίες δημιούργησε η μεγάλη επανάσταση του 1821. Ήταν όμως και ευτύχημα στη μεγάλη ατυχία της το γεγονός ότι αφυπνίστηκαν οι δημιουργικές δυνάμεις του Έθνους, έγινε κοινή συνείδηση ότι «το κράτος με τα ξύλινα πόδια» ήταν υπεύθυνο για την κακοδαιμονία και έτσι άρχισε διαδικασία ανασυγκρότησης, που κατέληξε στο κίνημα του 1909, στην έλευση του Βενιζέλου, στους νικηφόρους πολέμους του 1912-13 και στο διπλασιασμό της εδαφικής έκτασης και του πληθυσμού της Ελλάδας.

Το Ζωγλόπι καταλαμβάνεται προσωρινά από τον τουρκικό στρατό

Μετά την ήττα του ελληνικού στρατού και την υποχώρησή του νοτιότερα του Δομοκού, στην Ταράτσα, ολόκληρη η Θεσσαλία καταλήφθηκε από τουρκικά στρατεύματα. Οι Αρχές της Καρδίτσας κατέφυγαν στο Μεσενικόλα και ο τουρκικός στρατός κατέλαβε προσωρινά μερικά χωριά, μεταξύ των οποίων ήταν και το Ζωγλόπι, από τα οποία αργότερα αποχώρησε.

Σύμφωνα με τη μαρτυρία της υπερήλικης Ελένης, συζ. Σωτήρη Γριβέλλα [1] όταν μαθεύτηκε στο χωριό ότι έρχονται Τούρκοι, οι κάτοικοι πήραν τα ζώα τους και ό,τι άλλο από τα υπάρχοντά τους μπορούσαν να σηκώσουν και έπιασαν τα βουνά προς το Παλιοζωγλόπι. Ο τουρκικός στρατός ήρθε συγκροτημένος και στρατοπέδευσε στη «λάκα», τη σημερινή πλατεία του χωριού. Αφού πέρασαν μερικές μέρες και τελείωσαν οι προμήθειες που είχαν μαζί τους οι χωριανοί, άρχισαν δειλά δειλά να επιστρέφουν στο χωριό, αφού πρώτα πληροφορήθηκαν ότι οι Τούρκοι δεν πειράζουν κανένα. «Δεύτερη ή Τρίτη μέρα αποφασίσαμε και μεις να πάμε σπίτι. Ο παππούς σου μπροστά, καβάλα στο γομάρι κι εγώ παραπίσω με το παιδί ζαλίκα. Όταν πλησιάσαμε στη λάκα ο παππούς κατέβηκε από το ζωντανό και το πήρε από το καπίστρι. Γεμάτη η λάκα κόκκινα φεσάκια. Περάσαμε και δε γύρισε κανένας να μας τηράξει»[2]. Όλα τα παραπάνω συνέβησαν το Μάη του 1897 και οι Τούρκοι παρέμειναν στο χωριό τουλάχιστο μέχρι τον αλωνισμό των σιτηρών (Ιούλιο), όπως συμπεραίνεται από την παρακάτω διήγηση της μανιάς: «Όταν αλωνίσαμε, το βράδυ ήρθε στο αλώνι ένας τσαούσης (λοχίας) για να αποδεκατίσει το σιτάρι. [3] Ο παππούς σου τον πότισε πολύ τσίπρο(τσίπουρο), ώσπου εκείνος μέθυσε. Λιχνίζαμε και ξαναλιχνίζαμε εμείς, ώσπου ο τσαούσης κοιμήθηκε βαθιά. Ο παππούς τότε σάκιασε το μ’σό το στιάρι κι το ‘κρυψι στα κέδρα. Την αυγή που ξύπνησε ο τσαούσης είδε μικρό το σωρό, αλλά δεν υποπτεύθηκε τίποτα. Είπε μοναχά: Κρίμα στουν κόπου σ’ κακομοίρη, τίποτα δεν έβγαλις».

Η μεγάλη περιπέτεια των Ζωγλοπιτών

Ο τουρκικός στρατός κατοχής παρέμεινε στη Θεσσαλία ένα χρόνο. Ενώ η συνθήκη αποχώρησης υπογράφηκε στις 22 Νοεμβρίου 1897, ο στρατός αποχώρησε το Μάη του 1898. Στο μεταξύ χρονικό διάστημα ο τουρκικός στρατός είχε αποχωρήσει από το Ζωγλόπι περί το τέλος του καλοκαιριού του 1897 και το χωριό ήταν ελεύθερο. Τα ελληνικά αποσπάσματα πηγαινοέρχονταν μεταξύ Απιδιάς, Ζωγλοπιού, Μεσενικόλα, περιοχές που θεωρούνταν ως ελεύθερη ζώνη. Κατά τη χάραξη όμως της ελεύθερης ζώνης το Ζωγλόπι ξεχάσθηκε και δεν αναφέρονταν πού ανήκε. Το γεγονός αυτό εκμεταλλεύτηκε ο καϊμακάμης της Καρδίτσας το Φεβρουάριο του 1898 και ζήτησε από τους Ζωγλοπίτες την πληρωμή φόρων.

Εκείνοι κατέφυγαν στις ελληνικές Αρχές του Μεσενικόλα, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Στο μεταξύ ο καϊμακάμης [4] τους εκβίαζε, θυμίζοντάς τους τα παθήματα άλλων χωριών της περιοχής Μουζακίου, της Δρανίστας, του Παλιαοχωρίου κλπ., τα οποία αρνήθηκαν να πληρώσουν και λεηλατήθηκαν αγρίως από τουρκικά και αλβανικά στίφη.

Στην απελπισία τους οι Ζωγλοπίτες έστειλαν στις 16 Φεβρουαρίου τέσσερις κατοίκους (δεν αναφέρονται ονόματα) στην Καρδίτσα με εκατό(100) λίρες για το φόρο βεργί. [5] Ο πλεονέκτης καϊμακάμης όμως τις βρήκε λίγες, φυλάκισε και κακοποίησε τους απεσταλμένους των Ζωγλοπιτών, ζητώντας την πληρωμή και άλλων φόρων, δεκάτης, τσελέπι κ.λ.π. [6], καθώς και τέσσερις από τους προεστούς του χωριού με σκοπό να τους χρησιμοποιήσουν σαν ασπίδα προστασίας, για την ανενόχλητη εισβολή στο χωριό του τουρκικού στρατού.

Οι Ζωγλοπιτες, που αδυνατούν να πληρώσουν τους υπέρογκους εκείνους φόρους, έντρομοι διασκορπίζονται στα βουνά. Μόνη ελπίδα τους πλέον απομένει η ελληνική κυβέρνηση και για το σκοπό αυτό αποστέλλουν στην ελληνική Βουλή σχετική αναφορά, μέσω του βουλευτή Ευρυτανίας Δ. Βουλπιώτη [7]. Η αναφορά συζητείται στη Βουλή στις 9 Μαρτίου 1898 και υποστηρίζεται με θέρμη από τον αντιμοναρχικό βουλευτή Γεώργιο Φιλάρετο, που είναι στη Βουλή « η φωνή της πληγωμένης υπερηφάνειας της Θεσσαλίας»[8]. Ο Φιλάρετος ζητάει από την κυβέρνηση να παρέμβει στην Υψηλή Πύλη και στις Δυνάμεις, ώστε να παύσει η επιβολή άδικων φόρων και οι βιαιοπραγίες κατά των Θεσσαλών, τη στιγμή μάλιστα που επίκειται η αποχώρηση των Τούρκων από τη Θεσσαλία.

Ο πρωθυπουργός Αλέξανδρος Ζαΐμης υπεραμύνεται της κυβέρνησής του, λέγοντας ότι καθημερινά κάμνει παραστάσεις προς την Υψηλή Πύλη και τις Δυνάμεις, στην παρούσα όμως περίπτωση κατηγορεί το Φιλάρετο λέγοντας ότι στηρίζεται μόνο στην αναφορά των Ζωγλοπιτών, ενώ η τουρκική πλευρά τον διαβεβαίωνε ότι επρόκειτο για παλαιούς φόρους, τους οποίους οι Ζωγλοπίτες όφειλαν να πληρώσουν.

Η θέση αυτή ττου Ζαΐμη μπορεί να εξηγηθεί από το γεγονός ότι η κυβέρνησή του βρισκόταν σε δυσχερή θέση και η επιρροή της ήταν μηδαμινή. Δυστυχώς λείπουν τα στοιχεία εκείνα που θα ικανοποιούσαν την περιέργεια του αναγνώστη, αν δηλαδή δικαιώθηκαν οι Ζωγλοπίτες –πράγμα απίθανο- ή πλήρωσαν τους φόρους που ζητούσαν οι Τούρκοι. Πιθανόν να επήλθε κάποιος συμβιβασμός, αφού είναι γνωστό ότι οι Τούρκοι δεν πραγματοποίησαν την απειλή να καταστρέψουν το Ζωγλόπι.

[1] Η Ελένη Σ. Γριβέλλα, το γένος Μήτρου Πόλκου, γεννήθηκε το 1875.
[2] Διήγηση της παραπάνω Ελέννης Γριβέλλα, μανιάς(γιαγιάς) του συγγραφέα, περί το 1970.
[3] Το παλιό τουρκικό φορολογικό σύστημα πρόβλεπε τη φορολογία των αγροτικών προϊόντων με το δέκατο της παραγωγής(δεκάτη).
[4] Καϊμακάμης: Τούρκος τοποτηρητής της τουρκικής διοίκησης, αντίστοιχος του σημερινού νομάρχη.
[5] Βεργί: Έκτακτος φόρος, που επιβαλλόταν στους κατακτημένους λαούς, εν είδει δωρεάς προς το Δοβλέτι.
[6] Οι Τούρκοι επέβαλαν ποικιλώνυμους φόρους στους ραγιάδες, όπως κεφαλικό φόρο, φόρο παραγωγής(δεκάτη), φόρο για τα αιγοπρόβατα, άλλον για τα «χοντρά», φόρο καπνού (για τα τζάκια που καπνίζουν), φόρο για τους γάμους των κοριτσιών (παρθενοφθορία) κ.ά..
[7] Ο Βουλπιώτης φημολογείται ότι είχε συγγενείς ή φίλους στο Ζωγλόπι, που κατέφυγαν σ’εκείνον για βοήθεια.
[8] Αντώνη Α. Αντωνίου, πρ/νου Γ.Α.Κ.- Αρχεία Καρδίτσας: «Ζωγλοπίτικα Χρονικά», φύλλο 22, Φεβρ. 1998.