Του Λάμπρου Γριβέλλα

Χωρίς αμφιβολία θα λέγαμε ότι η συγκοινωνία είναι βασική προϋπόθεση της προόδου ενός τόπου και κύριο χαρακτηριστικό του πολιτισμού του. Η Ραχούλα προπολεμικά δεν είχε καλή συγκοινωνία με την πρωτεύουσα του νομού και ο μοναδικός λόγος γι’αυτό ήταν η έλλειψη δρόμου βατού σε τροχοφόρα. Τα λιγοστά αυτοκίνητα, που έφερναν κυρίως ξυλέμποροι και άλλοι επαγγελματίες, με δυσκολία έφταναν ως τον «Ξηρόκαμπο» και στην καλύτερη περίπτωση μέχρι τη θέση « Κουρτέσινα». Από εκεί και πάνω τα μεγαλύτερα εμπόδια ήταν τα δύο « κόμματα», του « Ρεντίνα» και του « Καραγιάννη», που είχαν λάβει την ονομασία τους από τους αντίστοιχους μύλους που υπήρχαν κάτω στο ποτάμι, και η ανηφόρα στου « Μαρότη».

Μέχρι τον πόλεμο του ’40 σύγχρονα μηχανήματα για τη διάνοιξη δρόμων, όπως μπουλντόζες, εκσκαφείς, γκρέϊντερς κ.λ.π. δεν υπήρχαν και όλη η εργασία για τη βελτίωση των δρόμων γινόταν με το σκαπάνι. Πολλές φορές οι χωριανοί, όταν τους καλούσαν οι Αρχές του χωριού, με προσωπική εργασία διάνοιγαν τα « κόμματα» και έκαναν διάφορες βελτιώσεις στο δρόμο, με αντικειμενικό σκοπό να περνούν χωρίς κίνδυνο οι ίδιοι και τα φορτωμένα ζώα τους. Η κατασκευή όμως αυτοκινητόδρομου φαινόταν αδιανόητη εκείνη την εποχή. Ωστόσο ορισμένοι παράτολμοι οδηγοί μια δυο φορές οδήγησαν μικρά κυρίως αυτοκίνητα μέχρι την πλατεία του χωριού, προς μεγάλη περιέργεια μικρών και μεγάλων, οι πιο πολλοί από τους οποίους για πρώτη φορά έβλεπαν αυτοκίνητο.

Η στενότητα όμως του δρόμου στα «κόμματα» είχε και την καλή πλευρά της. Έτσι το 1943 εκεί βρήκαν εμπόδιο οι Γερμανοί, όταν επιχειρούσαν προς τη Νευρόπολη, και έτσι γλίτωσε το χωριό από την καταστροφική μανία τους!

Το 1950-51 αποφασίστηκε η κατασκευή αυτοκινητόδρομου μέχρι την πλατεία του χωριού, με βελτίωση του υπάρχοντος δρόμου μέχρι τη θέση «Παλιάλωνα» και νέα διάνοιξη για το υπόλοιπο τμήμα ως την πλατεία. Για το τελευταίο αυτό τμήμα του δρόμου οι συζητήσεις και οι αντεγκλίσεις έδιναν και έπαιρναν για παραπάνω από ένα χρόνο. Άλλοι υποστήριζαν ότι ο δρόμος έπρεπε να περάσει απέναντι στα κτήματα των Μητραίων, στου Μαρότη, να στρίψει ανατολικά, κάτω από τη βρύση, να περάσει κάτω από τα Γριβελλαίικα και να βγεί στα σπίτια των Τσιοτραίων, τα οποία φυσικά έπρεπε να κατεδαφιστούν. Η άποψη αυτή δεν ευδοκίμησε, αφ’ ενός διότι αντέδρασαν οι ενδιαφερόμενοι, που φοβούνταν ότι, με το ασταθές έδαφος της περιοχής, ο Ραφτομαχαλάς θα κατολίσθαινε, και αφ’ ετέρου διότι η λύση αυτή απαιτούσε πάρα πολλές απαλλοτριώσεις. Έτσι ο δρόμος ακολούθησε τη σημερινή του χάραξη, η οποία τουλάχιστο δεν απαιτούσε καμιά απαλλοτρίωση και η οποία στο σύνολό της δεν είναι άσχημη, αν εξαιρέσουμε τη στροφή στου Ζάχου, που παγώνει το χειμώνα.

Μετά τη διάνοιξή του ο δρόμος από τη Σέκλιζα μέχρι τη Ραχούλα χαλικοστρώθηκε και παρέμεινε σ’ αυτή την κατάσταση μέχρι το 1970, οπότε ένα μικρό τμήμα του, μέχρι τον Ξηρόκαμπο, ασφαλτοστρώθηκε. Αργότερα έγινε η νέα γέφυρα στης « Σ’κιάς το ρέμα», διότι η παλαιά, που διασώθηκε ως ιστορικό μνημείο, ήταν πολύ στενή για τις σύγχρονες ανάγκες. Η ασφαλτόστρωση του υπόλοιπου οδικού τμήματος έγινε μετά το 1981, σε τρεις φάσεις:

Σε πρώτη φάση ο δρόμος ασφαλτοστρώθηκε μέχρι τη διασταύρωση Καταφυγίου, σε δεύτερη μέχρι την πλατεία και τελευταία μέχρι την έξοδο του χωριού προς νότο. Νομάρχης Καρδίτσας τότε ήταν ο αείμνηστος Δημήτρης Κουκουλάκης και, ώσπου να αποσπάσουμε την απαιτούμενη πίστωση, παράγοντες του Μορφωτικού Συλλόγου και της Κοινότητας, κάμαμε μεγάλο αγώνα. Αυτή εν συντομία είναι η ιστορία του δρόμου που οδηγεί στο χωριό μας.

Περί το 1952, όταν πλέον ολοκληρώθηκε η διάνοιξη του δρόμου μέχρι το χωριό και έγινε χαλικόστρωσή του, ήρθε και η πρώτη συγκοινωνία. Ήταν ο …ηρωικός «Καρνάβαλος» του Κώστα Καρρή. Ήταν ένα παλαιό διασκευασμένο αυτοκίνητο, που μπορούσε να μεταφέρει τα πάντα: Ανθρώπους, ζώα, εμπορεύματα παντός είδους. Κρίνοντας με σημερινά δεδομένα θα χαρακτηρίζαμε πρωτόγονη τη συγκοινωνία εκείνη. Για εκείνη την εποχή όμως, χωρίς αμφιβολία, ήταν πρωτοποριακή! Πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι, τρία περίπου χρόνια μετά την επανεγκατάστασή του, το χωριό μας βρισκόταν σε πλήρη ανασυγκρότηση. Αριθμούσε 784 κατοίκους (απογραφή 1951), τα φορτηγά ζώα ήταν λιγοστά και οι ανάγκες για μεταφορά κυρίως οικοδομικών υλικών από την πόλη αλλά και εγχώριων προϊόντων στην αγορά της Καρδίτσας, ήταν πιεστικές. Φαίνεται περίεργο, αλλά σε όλα εκείνα τα προβλήματα έδωσε λύση ο « Καρνάβαλος» του Καρρή!

Ο Κώστας Καρρής καταγόταν από τον Κέδρο Καρδίτσας και ήταν αυτοκινητιστής πριν έλθει στη Ραχούλα. Στη Ραχούλα εμφανίστηκε στην πιο κατάλληλη στιγμή, όταν η έλλειψη συγκοινωνιακού μέσου έγινε πιεστική. Εκτός από καλός επαγγελματίας ήταν και άνθρωπος με ακέραιο χαρακτήρα και σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα κατάχτησε την εμπιστοσύνη των χωριανών μας. Διανυκτέρευε στη Ραχούλα και κάθε πρωί έκανε δρομολόγιο προς την Καρδίτσα, από την οποία επέστρεφε το απόγευμα. Φόρτωνε, όπως γράφω στην αρχή, πάσης φύσεως προϊόντα, που μετέφεραν οι χωριανοί για την αγορά της πόλης, αλλά και καυσόξυλα για τα γυμνασιόπαιδα και ζώα για πώληση, όλα αυτά στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου. Το μπροστινό μέρος ήταν διασκευασμένο για επιβάτες. Δεξιά και αριστερά υπήρχαν πτυσσόμενα καθίσματα, σαν εκείνα που είχαν τα στρατιωτικά αυτοκίνητα, αν όμως – όπως συνήθως συνέβαινε- οι επιβάτες ήταν πιο πολλοί, τότε χρησιμοποιούνταν ως καθίσματα και τα γεμάτα σακιά!

Το απόγευμα ο Καρρής είχε καθιερώσει τη δωρεάν μεταφορά των χωριανών, από τη Σέκλιζα και πάνω. Όσοι χωριανοί εργάζονταν στα χωράφια, έβγαιναν στο δρόμο, μαζί με τα εργαλεία τους, και ο Καρρής έκανε αμέτρητες στάσεις και τους έπαιρνε όλους.

Οι χωριανοί μας –εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις- είναι άνθρωποι με φιλότιμο και περηφάνια και ποτέ δεν δίνουν δικαιώματα. Ο Καρρής το είχε αντιληφθεί αυτό και ποτέ δεν πίεζε κανέναν να εξοφλεί τα μεταφορικά. Καθένας πήγαινε μόνος του και πλήρωνε τα οφειλόμενα, όταν εξοικονομούσε τα χρήματα. Ακόμη κι αν κάποιος τα …λησμονούσε, «άφησέ τον, δεν πειράζει», έλεγε.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα του χαρακτήρα του  είναι το περιστατικό που διηγήθηκε ο συγχωριανός μας δάσκαλος Βασίλης Κίσσας, όταν υπηρετούσε στην Καστανιά. Μια μαγιάτικη μέρα πήγε το σχολείο του εκδρομή στον Ίταμο. Και ενώ η μέρα ήταν ηλιόλουστη, ξαφνικά ο ουρανός θόλωσε και έπιασε μια από κείνες τις τρομερές ανοιξιάτικες μπόρες. Για να προφυλάξει τα παιδιά ο δάσκαλος παραβίασε την αυλόπορτα του σπιτιού του Καρρή και έβαλε τα παιδιά κάτω από τη σκεπή της βεράντας. Όταν συνάντησε τον Καρρή στην Καρδίτσα και  του ζήτησε συγγνώμη για την παραβίαση, εκείνος του είπε σε έντονο ύφος ότι έπρεπε να παραβιάσει και την πόρτα για να βάλει τα παιδιά μέσα να ζεσταθούν!

Η εποχή του Καρρή στη Ραχούλα κράτησε περίπου μια δεκαετία και απ’ ότι μου έλεγε ο ίδιος, όσο ζούσε, δεν βγήκε ζημιωμένος. Ύστερα ήρθε το λεωφορείο και ο Καρρής μετέφερε την επιχείρησή του στην Καρδίτσα. Τη θέση του στη Ραχούλα κατέλαβε ο Σωκράτης Κατσαρός με το φορτηγό του, τώρα όμως η μεταφορά περιορίζονταν μόνο σε  εμπορεύματα. Τον Σωκράτη αντικατέστησε για ένα διάστημα  ο Ιπποκράτης Τσούτσουρας και –αν θυμούμαι καλά- μετά ή πριν από αυτόν ο Γιάννης Θεάκος. Ύστερα ήρθαν τα αγροτικά αυτοκίνητα. Άλλωστε αραίωσε και ο πληθυσμός του χωριού και οι μεταφορικές ανάγκες μειώθηκαν στο ελάχιστο.-